Σχεδιασμός Πόλεων και Οικισμών άνω των 2000 Κατοίκων Άρθρα 37 έως 47
 
Επιστροφή      Αρχική > Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-37
(Αρθ-1 και Αρθ-43 παρ.4 του Ν-1337/83, Αρθ-2 του Ν-1512/85, Αρθ-4 παρ.1 του Ν-1685/87, Αρθ-98 παρ.1 του Ν-1892/90)
ΟΙΚΙΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ
1. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται σε οικισμούς που έχουν πληθυσμό πάνω από 2000 κατοίκους. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές επιτρέπεται:
α) η επέκταση εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, καθώς και οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923,
β) η ένταξη σε πολεοδομικό σχέδιο και η επέκταση οικισμών μεταγενέστερων του 1923 που στερούνται εγκεκριμένου σχεδίου,
γ) η ένταξη σε πολεοδομικό σχέδιο περιοχών για την εξυπηρέτηση άλλων χρήσεων εκτός από κατοικίας.
2. Οι επεκτάσεις και εντάξεις των περιπτ.α και περιπτ.β της προηγούμενης παραγράφου αναφέρονται σε περιοχές κύριας κατοικίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ.3 του Αρθ-38. Οι επεκτάσεις και εντάξεις δεν καλύπτουν περιοχές δεύτερης κατοικίας ή περιοχές για προβλέψεις δεύτερης κατοικίας.
3. Οι εντάξεις και επεκτάσεις των περιπτ.α και περιπτ.β της παρ.1 γίνονται κατά οργανικές πολεοδομικές ενότητες (γειτονιές) σύμφωνα με τις αρχές της πολεοδομικής επιστήμης και κατά τα οριζόμενα στην παρ.3 του Αρθ-38. Οι επεκτάσεις γίνονται κυρίως σε πυκνοδομημένες περιοχές καθώς και στις αραιοδομημένες ή αδόμητες που μαζί με τις πυκνοδομημένες ολοκληρώνουν μία ή περισσότερες πολεοδομικές ενότητες οργανικά συνδεδεμένες με τον υπάρχοντα πολεοδομικό ιστό της πόλης ή του οικισμού. Επίσης οι επεκτάσεις γίνονται και σε αδόμητες περιοχές πόλεων ή οικισμών για να καλύψουν τις ανάγκες ανάπτυξής τους.
4. Στις πολεοδομικές ενότητες της παρ.3 αυτού του άρθρου μπορεί να υπάγονται και τμήματα εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923. Οι ρυθμίσεις όμως αυτού του κεφαλαίου εφαρμόζονται μόνο στο μέρος εκείνο των πολεοδομικών αυτών ενοτήτων που απομένει μετά την εξαίρεση των πυκνοδομημένων περιοχών των οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, καθώς και τμημάτων με εγκεκριμένο σχέδιο πόλης, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Αρθ-50.
5. Οι παραπάνω επεκτάσεις δεν επιτρέπονται εφόσον είναι αντίθετες με τους όρους προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού  περιβάλλοντος, με τις αρχές της πολεοδομικής επιστήμης και τους γενικότερους αναπτυξιακούς στόχους μέσα στους οποίους περιλαμβάνεται και η διαφύλαξη της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας.
6. Στις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου μπορούν να υπαχθούν και περιοχές που έχουν χαρακτηρισθεί ως οικιστικές, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν-947/79, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου. Στις περιπτώσεις αυτές ανακαλείται το σχετικό ΠΔ ή η απόφαση του νομάρχη.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων ή του οικείου νομάρχη αντίστοιχα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου μπορεί, σε περίπτωση που έχουν εγκριθεί ρυμοτομικά σχέδια κατά το δεύτερο εδάφιο της παρ.2 του Αρθ-62 του Ν-947/79, να ορισθεί ότι εφαρμόζονται τα Αρθ-45, 46 και Αρθ-48.
7.α) Επιτρέπεται η έγκριση ρυμοτομικού σχεδίου οικισμού κύριας κατοικίας που δημιουργήθηκε μέσα σε δημόσια δασική έκταση εφόσον η έκταση αυτή εμπίπτει σε μια από τις κατηγορίες δασικών εκτάσεων που προβλέπονται στις περιπτ.γ, δ και ε της παρ.1 του Αρθ-4 του Ν-998/79.
β) Η έγκριση του σχεδίου οικισμού κύριας κατοικίας, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, γίνεται αποκλειστικά στο μέτρο που απαιτούν οι στεγαστικές ανάγκες των μόνιμων κατοίκων τους και με τον όρο ότι θα επιδιώκεται εκάστοτε η διατήρηση και ανάπτυξη στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό της δασικής βλάστησης και δασικών εκτάσεων που περιλαμβάνονται στο σχέδιο του οικισμού και θα επιβάλλονται για το σκοπό αυτό ειδικές υποχρεώσεις στους ιδιοκτήτες και στο φορέα που τυχόν αναλαμβάνει την οικιστική διαμόρφωση της περιοχής.
γ) Στην πιο πάνω περίπτωση η έγκριση του σχεδίου γίνεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου και το γενικό πολεοδομικό σχέδιο εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-38
(Αρθ-2 του Ν-1337/83)
ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ
1. Για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ένταξης ή επέκτασης πόλης ή οικισμού κατά το προηγούμενο άρθρο καταρτίζεται γενικό πολεοδομικό σχέδιο (ΓΠΣ). Το σχέδιο καλύπτει όλες τις πολεοδομημένες ή προς πολεοδόμηση περιοχές ενός τουλάχιστον δήμου ή κοινότητας.
2. Το ΓΠΣ περιλαμβάνει τους απαραίτητους χάρτες, σχέδια, διαγράμματα και κείμενα ώστε να περιέχει όλα τα απαιτούμενα κατά τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου στοιχεία και ιδιαίτερα τα όρια της κάθε πολεοδομικής ενότητας, της περιοχής επέκτασης, την υποδιαίρεση της περιοχής επέκτασης σε ζώνες πυκνοδομημένες, αραιοδομημένες ή αδόμητες, τη γενική εκτίμηση των αναγκών των πολεοδομικών ενοτήτων σε κοινόχτηστους χώρους, κοινωφελείς εξυπηρετήσεις και δημόσιες παρεμβάσεις ή ενισχύσεις στον τομέα της στέγης, τη γενική πρόταση πολεοδομικής οργάνωσης των πολεοδομικών ενοτήτων, η οποία σε συνάρτηση με τις παραπάνω ανάγκες, αναφέρεται στις χρήσεις γης, τα κέντρα, το κύριο δίκτυο κυκλοφορίας, την πυκτότητα και το μέσο συντελεστή δόμησης και περιλαμβάνει τις τυχόν απαγορεύσεις δόμησης και χρήσης, την επιλογή των τρόπων ανάπτυξης ή αναμόρφωσης με τον καθορισμό των αντίστοιχων ζωνών και την εκτίμηση των αναμενόμενων επιπτώσεων στο περιβάλλον. Επίσης είναι δυνατό να προσδιορίζει και συγκεκριμένες περιοχές, στις οποίες κατά προτεραιότητα διοχετεύονται στεγαστικά δάνεια και ενισχύσεις (Ζώνες Ειδικής Ενίσχυσης - ΖΕΕ), καθώς και πόροι για την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης.
3. Ο καθορισμός του μεγέθους και των ορίων των πολεοδομικών ενοτήτων γίνεται έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η περισσότερο ενδεδειγμένη οργάνωση των περιοχών κατοικίας με την πρόβλεψη των απαραίτητων εξυπηρετήσεων των κατοίκων τους, η ένταξη στο σχέδιο κατά προτεραιότητα των πυκνοδομημένων περιοχών σε συνδυασμό με την μεγαλύτερη δυνατή οικονομία των επεκτάσεων, η αντιμετώπιση στεγαστικών αναγκών προβληματικών περιοχών κατοικίας, η απόκτηση γης για κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους και η εκτέλεση προγραμμάτων οργανωμένης οικιστικής ανάπτυξης. Ο καθορισμός των πολεοδομικών ενοτήτων γίνεται και στην περιοχή του εγκεκριμένου σχεδίου ή οικισμού προ του 1923, δημιουργώντας το πλαίσιο για πιθανές τροποιήσεις του. 
4. Στο ΓΠΣ γίνεται ο προσδιορισμός των πυκνοδομημένων περιοχών σύμφωνα με τα κριτήρια του Αρθ-42.
5. Μέσα στα πλαίσια του ΓΠΣ καθορίζεται και η ενδεχόμενη  χωροθέτηση βιομηχανικών και βιοτεχνικών περιοχών και περιοχών  άλλων ειδικών χρήσεων στην έκταση της ΖΟΕ γύρω από την πόλη ή τον οικισμό που κατά τα λοιπά διέπονται από τις κείμενες διατάξεις.
6. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας καιΔημοσίων 'Εργων, καθορίζονται ειδικές προδιαγραφές με βάση τις  οποίες εκπονούνται οι μελέτες του απαραίτητου χαρτογραφικού και τοπογραφικού υπόβαθρου καθώς και το ΓΠΣ.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-39
(Αρθ-3 του Ν-1337/83)
ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ
1. Η κίνηση της διαδικασίας σύνταξης του ΓΠΣ γίνεται με πρωτοβουλία του οικείου δήμου ή κοινότητας ή περισσοτέρων δήμων ή κοινοτήτων από κοινού. Μπορεί επίσης να κινηθεί η διαδικασία και από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, μετά από σχετική ενημέρωση του δήμου ή της κοινότητας. Για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων που προσδιορίζει και τα όρια της περιοχής του ΓΠΣ.
2. 'Οταν η διαδικασία κινείται από το δήμο ή την κοινότητα ή από περισσότερους δήμους ή κοινότητες από κοινού πρέπει να επιδιώκεται η συμμετοχή των ενδιαφερόμενων πολιτών στη σύνταξη του ΓΠΣ με κάθε πρόσφορο τρόπο, όπως πχ ανοικτές συγκεντρώσεις ή ενημέρωση με τον τύπο. Για τη συμμετοχή αυτή πρέπει να γίνεται ρητή μνεία στη σχετική απόφαση του οικείου δημοτικού η κοινοτικού συμβουλίου. Επίσης ο σχετικός φάκελος πρέπει να συμπληρώνεται με την γνώμη των αρμόδιων νομαρχιακών ή περιφερειακών υπηρεσιών την Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Γεωργίας, Πολιτισμού και Επιστημών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, ΕΟΤ και άλλων δημοσίων υπηρεσιών ή οργανισμών κοινής ωφέλειας, των οποίων η δραστηριότητα επεκτείνεται στην περιοχή του ΓΠΣ. Οι απόψεις των παραπάνω φορέων πρέπει να περιέρχονται στους οικείους δήμους ή κοινότητες μέσα σε δύο το πολύ μήνες από τη λήψη των σχετικών ερωτημάτων. Αν περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτή δεν εμποδίζεται η πρόοδος της διαδικασίας.
3. 'Οταν η διαδικασία κινείται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, η σχετική μελέτη που εκπονείται με τις συμμετοχικές διαδικασίες της παρ.2 αποστέλλεται στον οικείο δήμο ή κοινότητα για γνωμοδότηση. Αποστέλλεται επίσης και στις κατά την προηγούμενη παραγράφου υπηρεσίες και οργανισμούς. Η γνωμοδότηση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου με τις απόψεις των πολιτών, καθώς και οι απόψεις των δημοσίων υπηρεσιών και οργανισμών πρέπει να περιέλθει στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, μέσα σε δύο το πολύ μήνες από τη λήψη της μελέτης. Αν περάσει άπρακτη η προθεσμία αυτή δεν εμποδίζεται η πρόοδος της διαδικασίας.
4. Ο σχετικός φάκελος με τη γνωμοδότηση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου και τις απόψεις των κατά τις παρ.2 και 3 του άρθρου αυτού υπηρεσιών και οργανισμών εισάγεται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων το πολύ μέσα σε προθεσμία ενός μηνός στο ΣΧΟΠ του νομού. Το συμβούλιο αυτό μπορεί να γνωμοδοτήσει θετικά ή αρνητικά, ιδιαίτερα ως προς το αν συντρέχουν όλες οι κατά τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου προϋποθέσεις ένταξης της περιοχής στο σχέδιο ή και να προτείνει τροποποιήσεις. Ο Υπουργός μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να ζητήσει τη γνώμη του αρμόδιου περιφερειακού ή του κεντρικού ΣΧΟΠ.
5. Ο Υπουργός εκτιμώντας τα στοιχεία του φακέλου, μπορεί είτε να εγκρίνει το ΓΠΣ είτε να απορρίψει με αιτιολογημένη απόφαση την πρόταση του δήμου ή της κοινότητας είτε να τροποποιήσει την πρόταση εφόσον κρίνεται ότι θα προκαλέσει δυσανάλογα μεγάλες δαπάνες για το Δημόσιο ή το δήμο ή την κοινότητα ή επιβλαβείς συνέπειες για την εθνική οικονομία ή την προστασία του φυσικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος ή τους γενικότερους αναπτυξιακούς στόχους.
6. Το ΓΠΣ εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων που περιλαμβάνει την πρόταση της μελέτης και συνοδεύεται από τους σχετικούς χάρτες. Η απόφαση με σμίκρυνση των χαρτών δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αποτελεί την πράξη αναγνώρισης της περιοχής ως οικιστικής.
7. 'Ολες οι υπηρεσίες και λοιποί φορείς που αναφέρονται στην παρ. 2 πρέπει, κατά τη διάρκεια εκπόνησης του ΓΠΣ και μέχρι την έγκρισή του, να συμπράττουν για την εναρμόνιση των ενεργειών και των προγραμμάτων τους προς τις κατευθύνσεις του σχεδίου, όπως αυτό θα διαμορφώνεται σταδιακά κατά την κατάρτισή του. Το συντονισμό της δράσης των φορέων αυτών έχουν οι υπηρεσίες του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων. Οι διάφοροι φορείς οφείλουν να θέσουν υπόψη της υπηρεσίας που κινεί τη διαδικασία του ΓΠΣ τα προγράμματά τους μέσα σ'ένα μήνα από τη δημοσίευση της απόφασης κίνησης της διαδικασίας που προβλέπεται από την παρ.1 του άρθρου αυτού.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-40
(Αρθ-4 του Ν-1337/83)
ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
Μετά την κίνηση της διαδικασίας σύνταξης της μελέτης του ΓΠΣ, ο Υπουργός Περιβάλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, με απόφαση που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να αναστείλει τη χορήγηση αδειών οικοδομής και της οικοδομικές εργασίες στην περιοχή ή σε τμήματά της και να απαγορεύσει τις κατατμήσεις των ιδιοκτησιών, πέρα από το οριζόμενο στην ίδια απόφαση όριο εμβαδού. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο αναστολή και απαγόρευση ισχύει μέχρι την έγκριση του ΓΠΣ και πάντως όχι περισσότερο από ένα εξάμηνο μετά την έκδοση της σχετικής απόφασης. Η πιο πάνω προθεσμία μπορεί να παραταθεί κατά τον ίδιο τρόπο για ένα ακόμη εξάμηνο, εφόσον διαπιστωθει ότι οι εργασίες εκπόνησης του ΓΠΣ προόδευσαν σημαντικά.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-41
(Αρθ-5 παρ.1, 2 και παρ.4 εδαφ.1, 2 και 5 του Ν-1337-83)
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ
1. Μετά την έγκριση του ΓΠΣ, κάθε δόμηση στην περιοχή επεκτάσεων που περιλαμβάνονται σ'αυτό επιτρέπεται κατά τους όρους της εκτός πολεοδομικού σχεδίου δόμησης, μόνον εφόσον δεν αντίκειται σε σχετικές απαγορεύσεις του σχεδίου αυτού.
2. Οι δημόσιες υπηρεσίες και οι οργανισμοί και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας είναι υποχρεωμένες να προσαρμόσουν τα στεγαστικά προγράμματα και τα προγράμματα και σχέδια ανάπτυξης των δικτύων υποδομής ή παροχής υπηρεσιών για την ικανοποίηση των αναγκών της περιοχής, σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις του ΓΠΣ.
3. Από τη δημοσίευση της απόφασης που προβλέεπει η παρ.1 του Αρθ-39 για την κίνηση της διαδικασίας σύνταξης της ΓΠΣ και μέχρι την έγκριση της πράξης εφαρμογής, το Δημόσιο ασκεί δικαίωμα προτίμησης σύμφωνα με όσα ορίζονται στο Αρθ-225 που εφαρμόζονται ανάλογα στην περίπτωση αυτή. Το δικαίωμα προτίμησης δεν ασκείται στο τμήμα της πολεοδομικής ενότητας που έχει εγκεκριμένο σχέδιο πόλης ή βρίσκεται μέσα στα όρια οικισμού προ του 1923, με την επιφύλαξη της παρ.4 του Αρθ-50.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων μπορεί να οριστεί ότι παύει το δικαίωμα προτίμησης και σε προγενέστερο της έγκρισης της πράξης εφαρμογής χρόνο.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-42
(Αρθ-62 παρ.2 εδαφ.15 του Ν-947/79, Αρθ-10 του Ν-1221/81, Αρθ-1 ΠΔ/24-8/8-9-83)
ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΥ ΠΥΚΝΟΔΟΜΗΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ
1. Με ΠΔ που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, μετά από γνωμοδότηση του ΚΣΧΟΠ καθορίζονται τα κριτήρια χαρακτηρισμού περιοχών ως πυκνοδομημένων.
2. Χαρακτηρίζεται πυκνοδομημένη μια περιοχή, όταν συντρέχουν αθροιστικά τα εξής:
α) ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) των ιδιοκτησιών της περιοχής είναι δομημένες.
β) ποσοστό τουλάχιστον εβδομήντα τοις εκατό (70%) των κτιρίων των δομημένων ιδιοκτησιών είναι κτίρια κύριας κατοικίας.
γ) στην περιοχή υπάρχουν πενήντα (50) τουλάχιστον κτίρια εμβαδού τουλάχιστον σαράντα (40) τμ το καθένα. 3. Για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου:
α) ως μία ιδιοκτησία θεωρείται κάθε ιδιοκτησία που έχει εμβαδόν μέχρι πεντακόσια (500) τμ. Ιδιοκτησία που έχει εμβαδόν μεγαλύτερο των 500 τμ θεωρείται για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου περισσότερες ιδιοκτησίες και συγκεκριμένα τόσες όσες είναι ο λόγος του εμβαδού της προς τα πεντακόσια (500) τμ.
β) δομημένη ιδιοκτησία θεωρείται εκείνη που έχει κτίριο εμβαδού τουλάχιστον σαράντα (40) τμ. γ) ως κτίριο κύριας κατοικίας θεωρείται και κτίσμα που χρησιμοποιείται και για άλλες χρήσεις εφόσον αυτές δεν είναι αντίθετες στην κατά προορισμό λειτουργία του κτιρίου ως κατοικίας.
4. Για την καταρχήν αναγνώριση πυκνοδομημένης περιοχής το κάθε κτίριο πρέπει να απέχει από ένα τουλάχιστο κτίριο άλλης ιδιοκτησίας το πολύ σαράντα (40) μέτρα.
5. Ο χαρακτηρισμός περιοχής ως πυκνοδομημένης και το όριό της καθορίζεται σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, η οποία συνοδεύεται και από σχετικό διάγραμμα.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-43
(Αρθ-6, πλην των εδαφ.6 και επόμενα της παρ.6, του Ν-1337/83, Αρθ-8 παρ.2 του Ν-1512/85, Αρθ-5 παρ.1 του Ν-2052/92, Αρθ-23 παρ.3α του Ν-2300/95)
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ
1. Η κίνηση της διαδικασίας σύνταξης της πολεοδομικής μελέτης γίνεται από τον οικείο δήμο ή κοινότητα ή από τους ενδιαφερόμενους δήμους ή κοινότητες από κοινού. Η διαδικασία μπορεί επίσης να κινηθεί και από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων μετά από σχετική ενημέρωση του δήμου ή της κοινότητας.
2. Η μελέτη εναρμονίζεται με τις κατευθύνσεις του ΓΠΣ και εξειδικεύει τις προτάσεις και τα σχετικά προγράμματά του.
3. Η πολεοδομική μελέτη εκπονείται βάσει του τοπογραφικού (οριζοντιογραφικού και υψομετρικού) και κτηματογραφικού διαγράμματος.
4. Η πολεοδομική μελέτη περιέχει:
α) την οριστικοποίηση των ορίων των προς πολεοδόμηση ζωνών του ΓΠΣ,
β) τις χρήσεις γης και τους σχετικούς περιορισμούς απαγορεύσεις ή υποχρεώσεις,
γ) τα διαγράμματα δικτύων υποδομής,
δ) τους προβλεπόμενους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους βάσει των σχετικών γενικών εκτιμήσεων αναγκών όπως αυτές προκύπτουν από το ΓΠΣ,
ε) τους οικοδομήσιμους χώρους,
στ) τους όρους και περιορισμούς δόμησης,
ζ) τυχόν όρους που αφορούν τα δομικά υλικά, τον τρόπο κατασκευής και την αισθητική εμφάνιση των κτιρίων τον τρόπο διαμόρφωσης, χρήσης και σύνδεσης των ακάλυπτων χώρων με τους κοινόχρηστους χώρους της πόλης,
η) την κατά προσέγγιση έκταση γης που προκύπτει από τις εισφορές κατά το άρθ-45, υπολογισμένη με τις ενδείξεις του κτηματογραφικού διαγράμματος και την πρόταση κατανομής της σε κοινόχρηστα και κοινωφελή,
θ) τα τυχόν οικονομικά και οργανωτικά μέτρα, που πρέπει να ληφθούν και τα έργα που πρέπει να εκτελεσθούν, το κόστος και τη χρηματοδότηση των έργων (εισφορές, πόροι, δάνεια κλπ), καθώς και την προτεραιότητα εκτέλεσής τους,
ι) την ιεράρχηση εφαρμογής κατά φάσεις ια) τους φορείς και τους τρόπους παρέμβασης,
ιβ) τυχόν ειδικά μέτρα για αντιμετώπιση ιδιαίτερων πολεοδομικών ή κοινωνικών προβλημάτων,
ιγ) κάθε άλλη ρύθμιση επιβαλλόμενη από πολεοδομικούς λόγους.
5. Η πολεοδομική μελέτη αποτελείται από:
α) το πολεοδομικό σχέδιο που συντάσσεται με βάση τα διαγράμματα που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου αυτού.
β) τον πολεοδομικό κανονισμό
γ) την έκθεση που περιγράφει και αιτιολογεί τις προτεινόμενες από τη μελέτη ρυθμίσεις.
6. Ο συντελεστής δόμησης που ορίζεται για τις περιοχές επεκτάσεων του παρόντος κεφαλαίου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος του 0,8. Κατεξαίρεση:
α) για τα τμήματα που προορίζονται για στεγαστικά προγράμματα ή προγράμματα κοινής ωφέλειας ή προσφέρονται για μεταφορά συντελεστή δήμησης μπορεί να καθορίζεται και δεύτερος αυξημένος συντελεστής που μπορεί να είναι και μεγαλύτερος του 0,8 όχι όμως μεγαλύτερος του 2,4. Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που βρίσκονται στα πιο πάνω τμήματα μπορεί να χρησιμοποιήσουν τη διαφορά των δύο συντελεστών μόνο αν εγκριθεί για το ακίνητό τους η μεταφορά συντελεστή δόμησης ή αν εκχωρήσουν στο Δημόσιο, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοκιοίκησης (ΟΤΑ) ή τους εξουσιοδοτημένους από το Δημόσιο αρμόδιους φορείς μέρος της επιπλέον ωφέλειας που προκύπτει από τη διαφορά αυτή των δύο συντελεστών δόμησης κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο Τμήμα ΙΙ του Κεφαλαίου Ι του Μέρους αυτού.
β) σε περιοχές με μεγάλη κατάτμηση και για οικόπεδα εμβαδού μικρότερου των 150 τμ μπορεί να ορίζεται συντελεστής δόμησης μεγαλύτερος του 0,8 εφόσον δεν προκύπτει συνολική επιφάνεια ορόφων μεγαλύτερη των 120 τμ. Η εξαίρεση αυτή έχει εφαρμογή μόνο σε οικόπεδα που έχουν προκύψει από κατάτμηση μέχρι τη 10-3-82, αφού αφαιρεθεί το εμβαδόν της εισφοράς σε γη που καθορίζεται με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.
7. Δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος του 1,6 ο συντελεστής δόμησης στις περιοχές επεκτάσεως σύμφωνα με την παρ.1 του Αρθ-37, στις οποίες προβλέπονται χρήσεις γης σύμφωνα με τα Αρθ-234 και Αρθ-235 και του 1,2 για τη χρήση του Αρθ-236. Το αυτό ισχύει και για τα Αρθ-6 και 7 του ΠΔ-81/80 (ΦΕΚ-27/Α/80). Για τις περιοχές αυτές μπορεί να καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, εισφορές σε γη και χρήμα διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στα Αρθ-45 και Αρθ-46. 8.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων καθορίζονται οι ειδικές προδιαγραφές εκπόνησης των τοπογραφικών κτηματολογικών διαγραμμάτων, θεματικών χαρτών συλλογής των λοιπών απαραίτητων σχετικών στοιχείων, καθώς επίσης και της πολεοδομικής μελέτης.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-44
(Αρθ-7 παρ.1 εώς παρ.4 και Αρθ-6 και Αρθ-43 παρ.10 εδαφ.1 Ν-1337/83, Αρθ-12 παρ.1 Ν-1647/86, Αρθ-2 παρ.3 Ν-1772/88, Αρθ-5 παρ.2 Ν-2052/92)
ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ
1. Η πολεοδομική μελέτη εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας, και Δημοσίων 'Εργων, ύστερα από γνωμοδότηση του ΣΧΟΠ του νομού και του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου κατά τη διαδικασία του Αρθ-154. Το συμβούλιο αυτό γνωμοδοτεί αντί του συμβουλίου δημοσίων έργων που προβλέπει το Αρθ-154. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων μπορεί όμως να ζητήσει και τη γνώμη του αρμόδιου περιφερειακού ή του κεντρικού ΣΧΟΠ. Το πιο πάνω ΠΔ περιλαμβάνει τα στοιχεία α και β της παρ.5 του Αρθ-43.
2. Η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης έχει τις συνέπειες έγκρισης σχεδίου πόλης κατά τις διατάξεις του ΝΔ/17-7/16-8-23. Για την εισφορά σε γη και την εισφορά σε χρήμα εφαρμόζονται οι διατάξεις των Αρθ-45 και Αρθ-46. Για τις περιπτώσεις ΖΑΑ και ΖΕΠ εφαρμόζονται αντίστοιχα και οι διατάξεις των Αρθ-52 εώς και 62 και Αρθ-63 εώς Αρθ-78.
3. Η πολεοδομική μελέτη είναι δυνατό σε ειδικές περιπτώσεις και με ευθύνη του οικείου δήμου ή κοινότητας, να υποβάλλεται ταυτόχρονα με την μελέτη του ΓΠΣ.
4. Η πολεοδομική μελέτη είναι δυνατό να αναφέρεται στο σύνολο των περιοχών του ΓΠΣ ή και σε τμήμα του, το οποίο πρέπει πάντως να αποτελεί πολεοδομική ενότητα ή ζώνη άλλων χρήσεων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν προβλέπονται υπερβολικές καθυστερήσεις για τη σύνταξη του κτηματογραφικού διαγράμματος ολόκληρης της πολεοδομικής ενότητας, κατά την κρίση της κατά περίπτωση αρμόδιας αρχής είναι δυνατό να γίνει η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης σε τμήμα πολεοδομικής ενότητας. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται η σύνταξη πολεοδομικής προμελέτης σε ολόκληρη τη συγκεκριμένη πολεοδομική ενότητα. Η πολεοδομική προμελέτη εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων. Στα τμήματα πολεοδομικής ενότητας, που από το ΓΠΣ προβλέπονται για στεγαστικά προγράμματα δημοσίων φορέων, μπορεί πάντα να γίνει έγκριση της πολεοδομικής μελέτης χωριστά για τα τμήματα αυτά, χωρίς να απαιτείται στην περίπτωση αυτή προμελέτη για την υπόλοιπη πολεοδομική ενότητα.
5. Σε ζώνες πυκνοδομημένες του Αρθ-45 παρ.1 και παρ.2 καθώς και σε πολεοδομικές ενότητες στις οποίες οι πυκνοδομημένες ζώνες αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα της περιοχής που εντάσσεται στο σχέδιο είναι δυνατό, μετά από γνώμη του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης να προηγηθεί της έγκρισης του ΓΠΣ, εφόσον θα έχει εκπονηθεί στα πλαίσια των κατευθύνσεων αυτού, όπως αυτές θα προκύψουν κατά την πρόοδο της μελέτης του.
6. Για τον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων προκειμένου να εφαρμοσθεί σχέδιο που εγκρίνεται κατά τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου αντί της κατά το Αρθ-15 του ΝΔ-797/71 έκθεσης προεκτίμησης, λαμβάνεται υπόψη η κατά το Αρθ-47 του παρόντος έκθεση προσδιορισμού αξίας ακινήτων.
7.α. Με τα προεδρικά διατάγματα που εγκρίνεται ή τροποποιείται η πολεοδομική μελέτη, μπορεί να καθορίζεται προθεσμία, η οποία δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει τα 30 χρόνια, για τη διατήρηση σημαντικών ειδικών κτιρίων ή εγκαταστάσεων, που εμπίπτουν σε προβλεπόμενους χώρους κοινοχρήστου πρασίνου, εφόσον συναινεί ο ενδιαφερόμενος με δήλωσή του, που υποβάλλει μέσα στις προθεσμίες για την υποβολή ενστάσεων, είτε κατά την ανάρτηση της πολεοδομικής μελέτης είτε κατά τη σύνταξη της πράξης εφαρμογής. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται ανεξάρτητα από την τυχόν ένσταση για τη μη ρυμοτόμηση του ακινήτου. Στις περιπτώσεις αυτές κατά το δικαστικό προσδιορισμό της οφειλόμενης αποζημίωσης το δικαστήριο προσδιορίζει και το αντάλλαγμα χρήσης του κοινόχρηστου χώρου, από την ημερομηνία μεταγραφής της πράξης εφαρμογής, για όλο το χρόνο διατήρησης των κτιρίων ή εγκαταστάσεων και το συνολικό ποσό του ανταλλάγματος αφαιρείται από την προσδιορισθείσα αποζημίωση.
β. Τα παραπάνω κτίρια ή εγκαταστάσεις μαζί με το απαραίτητο για τη λειτουργία του ρυμοτομούμενο οικόπεδο, σημειώνονται στο ρυμοτομικό σχέδιο, στο δε πολεοδομικό κανονισμό αναφέρονται ειδικά οι εργασίες που επιτρέπονται για τη συντήρηση και τον εκσυγχρονισμό τους.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-45
(Αρθ-8 και Αρθ-43 παρ.3 Ν-1337/83, Αρθ-8 παρ.18 Ν-1512/85, Αρθ-12 παρ.2 και παρ.4 Ν-1647/86, Αρθ-19 παρ.2 εδαφ.β Ν-1849/89, Αρθ-98 παρ.2, 3 και παρ.4 Ν-1892/90, Αρθ-2 παρ.14 Ν-2242/94, Αρθ-23 παρ.3β Ν-2300/95)
ΕΙΣΦΟΡΑ ΣΕ ΓΗ
1. Οι ιδιοκτησίες που βρίσκονται σε ζώνες πυκνοδομημένες και οι οποίες εντάσσονται σε πολεοδομικό σχέδιο ή στις οποίες επεκτείνεται το πολεοδομικό σχέδιο με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, υποχρεούνται να συμμετάσχουν στη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων που προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη. Για το ποσοστό της συμμετοχής, τη διαδικασία προσδιορισμού και τον τρόπο βεβαίωσης εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου Β του μέρους ΙΙΙ του παρόντος διατάγματος.
2. Στις ίδιες πυκνοδομημένες ζώνες αν ιδιοκτησία εμβαδού 500 τμ και πάνω βαρύνεται λόγω της εφαρμογής των κατά την προηγούμενη παράγραφο διατάξεων με εισφορά σε γη για αυτοαποζημίωση ή λόγω υποχρέωσης αποζημίωσης τρίτων, με εμβαδόν λιγότερο από το εμβαδόν που προκύπτει από την εφαρμογή των ποσοστών που καθορίζονται στην παρ.4 του άρθρου αυτού, υποχρεούται να εισφέρει επιπλέον έκταση μέχρι να συμπληρωθεί το ποσοστό αυτό της παρ.4. Η παράγραφος αυτή εφαρμόζεται για όλες τις πυκνοδομημένες ζώνες στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αναφερόμενες στο Αρθ-42. Στην περίπτωση αυτή, η επιπλέον έκταση που οφείλει να εισφέρει μειώνεται κατά τμήμα γης, για το οποίο θα αποζημιωνόταν από τους κατά νόμο υπόχρεους ιδιοκτήτες βάσει των διατάξεων του κεφαλαίου Β μέρους ΙΙΙ και η αποζημίωση που αντιστοιχεί στο τμήμα αυτό καταβάλλεται στον οικείο ΟΤΑ. Για το υπόλοιπο της υποχρέωσης έχει εφαρμογή η παρ.7 του άρθρου αυτού. Σε περίπτωση που ιδιοκτησία εμπίπτει στις ζώνες των παρ.1 και 2 του άρθρου αυτού και ρυμοτομείται, αντί δε της καταβολής αποζημίωσης δίδεται με την πράξη εφαρμογής άλλο ακίνητο, τότε ο οικείος ΟΤΑ υποκαθιστά τον ιδιοκτήτη στα δικαιώματα που αυτός έχει απέναντι στους τρίτους που είναι υπόχρεοι για την αποζημίωση λόγω της ρυμοτομίας. Τα ποσά που εισπράττονται από τους ΟΤΑ διατίθενται αποκλειστικά για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων και χώρων κοινωφελών χρήσεων και σκοπών.
3. Οι ιδιοκτησίες που εντάσσονται στο πολεοδομικό σχέδιο ή στις οποίες επεκτείνεται το σχέδιο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου και βρίσκονται σε ζώνες αραιοδομημένες ή αδόμητες, υποχρεούνται να συμμετάσχουν με εισφορά γης στη δημιουργία των απαραίτητων κοινοχρήστων χώρων και γενικά στην ικανοποίηση κοινωφελών χρήσεων και σκοπών κατά τις επόμενες διατάξεις.
4. Η εισφορά σε γη κατά την προηγούμενη παράγραφο αποτελείται από ποσοστό επιφάνειας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή της, το οποίο υπολογίζεται κατά τον ακόλουθο τρόπο:
α) για τμήμα ιδιοκτησίας μέχρι 250 τμ ποσοστό 10%.
β) για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 250 τμ μέχρι 500 τμ ποσοστό 20%.
γ) για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 500 τμ μέχρι 1000 τμ ποσοστό 30%.
δ) για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 1000 τμ μέχρι 2000 τμ ποσοστό 40%.
ε) με την επιφύλαξη της περίπτωσης (στ), για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 2000 τμ ποσοστό 50%.
στ) για αυτοτελείς ιδιοκτησίες μεγαλύτερες των 10000 τμ που ανήκουν σ'έναν ιδιοκτήτη, για το τμήμα τους πάνω από 10000 τμ ποσοστό 60%. Τα παραπάνω εφαρμόζονται και σε ιδιοκτησίες εξ αδιαιρέτου κατά το ποσοστό συνιδιοκτησίας που αντιστοιχεί σε έκταση γης μεγαλύτερη από 10000 τμ.
ζ) Η εισφορά σε γη ειδικά για τις χρήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 234, 235 και 236, όπως ισχύει, ορίζεται: αα. Για τμήμα ιδιοκτησίας μέχρι 1000 τμ ποσοστό 20%.
ββ. Για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 1000 τμ μέχρι 4000 τμ ποσοστό 30%.
γγ. Για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 4000 ποσοστό 40%.
5. Ως εμβαδά ιδιοκτησιών για τον υπολογισμό της συμμετοχής σε γη λαμβάνονται τα εμβαδά που είχαν οι ιδιοκτησίες στις 10-3-82. Για την εφαρμογή της παραγράφου 4, του παρόντος άρθρου ως ιδιοκτησία νοείται το άθροισμα των ιδιοκτησιών γης κάθε ιδιοκτήτη που περιλαμβάνονται στα όρια της περιοχής που πρόκειται να ενταχθεί, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της πολεοδομικής ενότητας. Σε περίπτωση εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτησίας τα ποσοστά εισφοράς γης εφαρμόζονται στο εμβαδόν που αντιστοιχεί στο ιδανικό μερίδιο κάθε συνιδιοκτήτη όπως έχει διαμορθωθεί μέχρι τη 10-3-82.
6. Η εισφορά γης πραγματοποιείται με την πράξη εφαρμογής του άρθρου 48, εκτός αν πρόκειται για αστικό αναδασμό ή ενεργό πολεοδομία, οπότε γίνεται με τις διατάξεις της παρ. 11 του άρθ-52. Για τα ποσοστά της εισφοράς γης στις προηγούμενες περιπτώσεις εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.
7. Σε περίπτωση που η συμμετοχή σε γη πρέπει να ληφθεί από μη ρυμοτομούμενο τμήμα ιδιοκτησίας αλλά κατά την κρίση της αρχής το τμήμα γης που πρόκειται να αποτελέσει αντικείμενο εισφοράς δεν είναι αναξιοποιήσιμο πολεοδομικά ή η αφαίρεσή του είναι φανερά επιζήμια για την ιδιοκτησία, μπορεί να μετατρέπεται σε ισάξια χρηματική συμμετοχή που διατίθενται αποκλειστικά για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων και κοινωφελών χρήσεων και σκοπών. Για την πραγματοποίηση της μετατροπής εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθ-46 για την εισφορά σε χρήμα. Οι διατάξεις του δεύτερου και τρίτου εδαφ. της πρ. 4 του άρθ-46 εφαρμόζονται ανάλογα και στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής.
8. Τα εδαφικά τμήματα που προέρχονται από εισφορά γης διατίθενται κατά σειρά προτεραιότητας.
α. για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων μέσα στην ίδια πολεοδομική ενότητα.
β. για την παραχώρηση οικοπέδων σε ιδιοκτήτες της ίδιας πολεοδομικής ενότητας, των οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται στο σύνολό τους ή σε ποσοστό μεγαλύτερο από το καθοριζόμενο στην παρ.4 και εφόσον δεν είναι δυνατή η τακτοποίησή τους, σύμφωνα με τους τρόπους που ορίζονται στο Αρθ-48.
γ. για κοινωφελείς χώρους και σκοπούς μέσα στην ίδια πολεοδομική ενότητα.
δ. για τη δημιουργία χώρων κοινόχρηστων και κοινωφελών χρήσεων και σκοπών για τις γενικότερες ανάγκες της περιοχής, καθώς και για παραχώρηση οικοπέδων σε ιδιοκτήτες άλλων πολεοδομικών ενοτήτων του ίδιου δήμου ή κοινότητας μέσα στα όρια του ΓΠΣ, των οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται στο σύνολό τους, σύμφωνα με το εγκεκριμένο σχέδιο, για τη δημιουργία κοινόχρηστων ή κοινωφελών χώρων, ή κατά ποσοστό μεγαλύτερο από την προκύπτουσα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, υποχρέωσή τους. Τα παραπάνω εφαρμόζονται και για ρυμοτομούμενα οικόπεδα εντός σχεδίου που έχει εγκριθεί με τη διαδικασία του ΝΔ/17-7/16-8-23 που περιλαμβάνονται ή αποτελούν πολεοδομική ενότητα του ίδιου δήμου ή κοινότητας, εφόσον το επιθυμούν οι ιδιοκτήτες τους. Με τη σχετική πράξη εφαρμογής, με την οποία πραγματοποιείται η παραχώρηση του νέου οικοπέδου, το παλιό εντός σχεδίου πόλης ρυμοτομούμενο οικόπεδο περιέρχεται αυτοδίκαια στην κυριότητα του οικείου ΟΤΑ, ο οποίος υποκαθιστά επίσης τον ιδιοκτήτη στα δικαιώματα που αυτός έχει απέναντι στους τρίτους που είναι υπόχρεοι για την αποζημίωση λόγω της ρυμοτομίας. Στην περίπτωση αυτή, καθώς και στην περίπτωση της παρ.2, εάν ο οικείος ΟΤΑ δεν εισπράξει μέσα σε τρία (3) χρόνια από την παραχώρηση αυτή του νέου οικοπέδου την οφειλόμενη αποζημίωση από τους τρίτους, τότε το Ειδικό Ταμείο Εφαρμογής Ρυθμιστικών και Πολεοδομικών Σχεδίων (ΕΤΕΡΠΣ) υποκαθιστά τον ΟΤΑ στα δικαιώματα απέναντι στους τρίτους, και μπορεί να συνεχίσει τη σχετική διαδικασία.
Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται η διαδικασία και ο τρόπος παρέμβασης του ΕΤΕΡΠΣ για την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
9. Οι ιδιοκτησίες που ανήκουν στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου κατά το μέρος που από την πολεοδομική μελέτη προορίζονται για τη δημιουργία κοινωφελών χώρων της αρμοδιότητας του δημόσιου φορέα στον οποίο ανήκουν ή διατίθενται για τους ίδιους σκοπούς με ανταλλαγή, παραχώρηση ή άλλο τρόπο μεταξύ των αντίστοιχων φορέων, θεωρούνται αυτοδίκαια εισφερόμενες για το σκοπό που προορίζονται και δεν υπόκεινται κατά το μέρος αυτό σε άλλη εισφορά γης.
10. Οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι στεγαστικών προγραμμάτων μέσα στις ιδιοκτησίες των δημόσιων φορέων της προηγούμενης παραγράφου που το ποσοστό που καταλαμβάνουν μνημονεύεται στο διάταγμα έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης θεωρούνται αυτοδίκαια συνεισφερόμενοι, περιέρχονται αυτοδίκαια στους οικείους σύμφωνα με τον προορισμό τους φορείς και συμψηφίζονται στην εισφορά σε γη της αντίστοιχης ιδιοκτησίας, όπως η εισφορά αυτή προκύπτει με την εφαρμογή των ποσοστών της παρ. 4 του παρόντος άρθρου, υπολογιζομένων μόνο για το εμβαδόν της ιδιοκτησίας αυτής. Τα παραπάνω εφαρμόζονται και σε εγκεκριμένες μέχρι την 16-12-88 (ημερομηνία δημοσίευσης της απόφ-82929/4797/7-12-88, ΦΕΚ-903Β) πολεοδομικές μελέτες, έστω και αν στην πράξη έγκρισής τους δεν αναφέρεται το ποσοστό των κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων. Στις περιπτώσεις αυτές εκδίδεται διαπιστωτική απόφαση του οικείου νομάρχη που προσδιορίζει το ποσοστό αυτό βάσει των ενδείξεων της μελέτης. Για ιδιοκτησίες που ανήκουν στη διαχείριση του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, στον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) και τη Δημόσια Επιχείρηση Πολεοδόμησης και Στέγασης (ΔΕΠΟΣ) και προορίζονται για εφαρμογή στεγαστικών προγραμμάτων αυτών, για το τμήμα τους πάνω από 2000 τμ ορίζεται ποσοστό εισφοράς γης 40%, κατ'εξαίρεση των περπτ.(ε) και (στ) της παρ.4 του άρθρου αυτού.
11. Οι με οποιοδήποτε τρόπο σχηματισμένοι μέσα στην περιοχή επέκτασης κοινόχρηστοι χώροι θεωρούνται ως νόμιμα υπάρχοντες κοινόχρηστοι χώροι και δεν λαμβάνονται υπόψη υπέρ των ιδιοκτητών για τον υπολογισμό της εισφοράς σε γη.
12. Κοινόχρηστοι χώροι της προηγούμενης παραγράφου και του Αρθ-415, που καταργούνται με την ένταξη της περιοχής στο σχέδιο ή την αναμόρφωσή της λόγω υπαγωγής της περιοχής στις διατάξεις του Αρθ-50, μπορεί μετά την εφαρμογή της παρ.4 του Αρθ-302, με την πράξη εφαρμογής να διατίθενται περαιτέρω σύμφωνα με την παρ.8 του άρθρου αυτού.
13. Για τις επεκτάσεις σχεδίων πόλεων σε πυκνοδομημένες περιοχές και σε όσες υπάγονται στο Αρθ-42, το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο μπορεί να ζητήσει την υπαγωγή τους στην εισφορά σε γη των παρ.4 και επόμενων του παρόντος άρθρου αντί των παρ.1 και 2. Η υπαγωγή γίνεται με την πράξη έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης του σχετικού σχεδίου πόλεως κατά περίπτωση.
14. Ιδιοκτησίες που παραχωρήθηκαν σε πρόσφυγες για αγροτική αποκατάσταση από την Επιτροπή Αποκαταστάσεων Προσφύγων ή σύμφωνα με τις διατάξεις της αγροτικής νομοθεσίας, όταν εντάσσονται στο σχέδιο πόλης με τις διαδικασίες του παρόντος κεφαλαίου, υπόκεινται σε υποχρέωση εισφοράς σε γη μειωμένη κατά το ήμισυ των εισφορών που προβλέπονται από την παρ.4 και επόμενες του άρθρου αυτού και μέχρι τμήματος ιδιοκτησίας 2000 τμ. Η παραπάνω σύθμιση αφορά μόνο τις ιδιοκτησίες ή τμήματά τους που κατά τη σύνταξη της πράξης εφαρμογής του σχεδίου ανήκουν κατά κυριότητα στον αρχικό δικαιούχο, το σύζυγό του, τους κατιόντες και τους συζύγους τους και τους αδελφούς τους, με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο και αν απεκτήθη η έκταση από αυτούς.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-46
(Αρθ-21 παρ.6 και Αρθ-62 παρ.2 εδαφ.8 εώς και εδαφ.12 Ν-947/79, Αρθ-10 Ν-1221/81, Αρθ-9 παρ.10 Ν-1337/83, Αρθ-12 παρ.4 Ν-1647/86, Αρθ-2 παρ.1 Ν-1772/88, Αρθ-19 παρ.2 εδαφ.β Ν-1849/89, Αρθ-98 παρ.5 Ν-1892/90, Αρθ-5 παρ.3 και παρ.4 Ν-2052/92)
ΕΙΣΦΟΡΑ ΣΕ ΧΡΗΜΑ
1. Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που περιλαμβάνονται σε περιοχές ένταξης και επέκτασης κατά το Αρθ-37 και διατηρούνται ή διαμορφώνονται σε νέα ακίνητα συμμετέχουν με καταβολή χρηματικής εισφοράς στην αντιμετώπιση της δαπάνης για την κατασκευή των βασικών κοινοχρήστων πολεοδομικών έργων. Δεν υποχρεούνται στην καταβολή χρηματικής εισφοράς οι δημόσιοι και δημοτικοί φορείς και τα κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που εκτελούν με δαπάνες τους τα βασικά κοινόχρηστα πολεοδομικά έργα σε περιοχές εφαρμογής στεγαστικών προγραμμάτων τους.
2. Η εισφορά ορίζεται για τις ιδιοκτησίες που περιλαμβάνονται σε ζώνες πυκνοδομημένες, αραιοδομημένες ή αδόμητες με τον ακόλουθο τρόπο:
α. για το τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού μέχρι και 200 τμ ποσοστό 1% της αξίας τους.
β. για το τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 200 τμ μέχρι και 1000 τμ ποσοστό 15% της αξίας τους.
γ. για το τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 1000 τμ μέχρι και 5000 τμ ποσοστό 20% της αξίας τους.
δ. για το τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 5000 τμ ποσοστό 25% της αξίας τους.
3. Για την εισφορά σε χρήμα εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παρ.5 του Αρθ-45.
4. Η εισφορά σε χρήμα υπολογίζεται στο εμβαδόν που απομένει μετά την αφαίρεση της οφειλόμενης εισφοράς σε γη και στην οικοπεδική αξία που έχει κάθε ιδιοκτησία κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης εφαρμογής. Για ιδιοκτησίες που στην πράξη εφαρμογής οι ιδιοκτήτες αναγράφονται με ελλιπή στοιχεία ή με την ένδειξη "άγνωστος" ώστε να είναι αδύνατη η βεβαίωση και είσπραξη του ποσού της εισφοράς του άρθρου αυτού για τον υπολογισμό της εισφοράς, λαμβάνεται υπόψη η οικοπεδική αξία κατά το χρόνο κύρωσής της διορθωτικής πράξης του οικείου νομάρχη. Η εισφορά αυτή βεβαιώνεται από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία στο οικείο δημόσιο ταμείο που εξυπηρετεί το δήμο ή την κοινότητα, ενώ για τους δήμους που έχουν δική τους ταμειακή υπηρεσία ή παραπάνω εισφορά βεβαιώνεται απ' ευθείας στην υπηρεσία αυτή, μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής. Η εισφορά αυτή εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων, ως έσοδο του οικείου δήμου ή κοινότητας και αποδίδεται σ'αυτούς κατά μήνα. Το ποσό της εισφοράς αυτής διατίθενται από τους οικείους ΟΤΑ για την εκτέλεση των βασικών κοινοχρήστων πολεοδομικών έργων, είτε από τον ίδιο είτε από εξουσιοδοτημένο από αυτόν φορέα. Κάθε διάθεση της εισφοράς αυτής για άλλο σκοπό είναι άκυρη. Με ΠΔ που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων καθορίζονται η διαδικασία και ο τρόπος εκτίμησης της αξίας των ιδιοκτησιών για τον υπολογισμό της εισφοράς. Με ΠΔ που προτείνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, μπορεί να ορίζονται η καταβολή της εισφοράς αυτής σε δόσεις, ο χρόνος έναρξης καταβολής των δόσεων και κάθε σχετική λεπτομέρεια.
5. Ο προσδιορισμός της αξίας των ακινήτων για την επιβολή της εισφοράς σε χρήμα γίνεται σύμφωνα με το Αρθ-47. Κάθε διαφορά μεταξύ του υπόχρεου, για καταβολή εισφοράς και του Δημοσίου ή ΟΤΑ επιλύεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.7 του Αρθ-21 του Ν-947/79 και του ΠΔ-59/80.
6. Μετά από σχετική αίτηση του ιδιοκτήτη και έγκριση της κατά περίπτωση αρμόδιας αρχής, είναι δυνατό, αντί για την καταβολή εισφοράς σε χρήμα να προσφέρεται τμήμα της επιφάνειας της ιδιοκτησίας ίσης αξίας. Η μετατροπή γίνεται μέχρι την πραγματοποίηση της εισφοράς σε γη. Για τον προσδιορισμό της αξίας της γης εφαρμόζεται η προηγούμενη παράγραφος.
7.α. Σε κάθε συμβολαιογραφική πράξη που αφορά δικαιοπραξία εν ζωή και έχει ως αντικείμενο μεταβίβασης της κυριότητας ακινήτου που οφείλει εισφορά σε χρήμα σύμφωνα με κυρωμένη πράξη εφαρμογής επισυνάπτεται βεβαίωση του οικείου δήμου ή κοινότητας ότι έχει καταβληθεί τουλάχιστον το ποσό των δόσεων, που αντιστοιχεί στις υποχρεώσεις που αναλογούν στο μεταβιβαζόμενο ακίνητο κατά το χρόνο κατάρτισης της δικαιοπραξίας.
β. Η προβλεπόμενη από το Αρθ-47 παρ.2 υποθήκη απαλλάσεται από τέλος χαρτοσήμου και εισφορά υπέρ οποιουδήποτε ταμείου ή υπέρ τρίτου.
8. Για τις ιδιοκτησίες που αναφέρονται στην παρ.14 του Αρθ-45 η εισφορά σε χρήμα ορίζεται στο ήμισυ της εισφοράς που αναφέρονται στην παρ.2 του παρόντος και μέχρι τμήματος ιδιοκτησίας 2000 τμ εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
 
>>>   >>>>
Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-A > Αρθρον-47
(ΠΔ-5/86)
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΣΕ ΧΡΗΜΑ
1α. Μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής σύμφωνα με την παρ.7 του Αρθ-48, επιτροπή προβαίνει στον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων που περιλαμβάνονται στην πράξη εφαρμογής. Η επιτροπή συγκροτείται σε κάθε αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία νομαρχιακής αυτοδιοίκησης με απόφαση του οικείου νομάρχη και αποτελείται από τον προϊστάμενο των παραπάνω υπηρεσιών ως πρόεδρο με αναπληρωτή το νόμιμο αναπληρωτή του, από δύο υπαλλήλους των ιδίων υπηρεσιών με τους αναπληρωτές τους και από έναν εκπρόσωπο της τοπικής ένωσης, δήμων και κοινοτήτων με τον αναπληρωτή του. Ο εκπρόσωπος της τοπικής ένωσης δήμων και κοινοτήτων ορίζεται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δέκα ημερών από τότε που το σχετικό έγγραφο του νομάρχη περιέρχεται στην τοπική ένωση δήμων και κοινοτήτων. Εάν μετά την πάροδο της προθεσμίας δεν έχει ορισθεί εκπρόσωπος, η επιτροπή νόμιμα συγκροτείται με τα υπόλοιπα μέλη. Γραμματέας της επιτροπής ορίζεται, με πράξη του προέδρου της, υπάλληλος των παραπάνω πολεοδομικών υπηρεσιών. Η επιτροπή έχει απαρτία όταν παρευρίσκονται τρία μέλη της και αποφασίζει κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.
β. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο επιτροπή επιλαμβάνεται του έργου της αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση κάθε ενδιαφερομένου. Η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία είναι υποχρεωμένη μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής, να διαβιβάσει στην επιτροπή τον πίνακα εφαρμογής και τα σχετικά σχέδια που προσδιορίζουν τη θέση και το μέγεθος των ακινήτων, τα οποία υπόκεινται σε εισφορά. Αν τα ακίνητα βρίσκονται στην περιφέρεια περισσοτέρων νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων αρμόδια υπηρεσία είναι εκείνη στην περιφέρεια της οποίας βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος του ακινήτου.
γ. Η επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρό της και μετά από αυτοψία και έλεγχο των στοιχείων που υποβλήθηκαν σ' αυτήν καταρτίζει, μέσα σε τριάντα ημέρες από τότε που λήφθηκαν τα παραπάνω στοιχεία της πράξης εφαρμογής, έκθεση στην οποία περιγράφεται η κατάσταση των ακινήτων και των συστατικών τους, καθώς και οι τυχόν ιδιαίτερες συνθήκες αυτών και εκτιμάται αιτιολογημένα η αξία τους, η οποία αναγράφεται στις αντίστοιχες στήλες του πίνακα εφαρμογής. Εάν προκύψει διαφωνία για την αξία του ακινήτου, καταχωρούνται στην έκθεση όλες οι γνώμες που διατυπώθηκαν. Ως χρόνος για τον προσδιορισμό της αξίας του ακινήτου λαμβάνεται ο χρόνος κύρωσης της πράξης εφαρμογής. Ως κριτήρια για την εκτίμηση, της αξίας του ακινήτου λαμβάνονται υπόψη τα σχετικά στοιχεία των οικείων ΔΟΥ, τα οποία εκτιμούνται ελευθέρως από την επιτροπή, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο το οποίο κρίνεται αναγκαίο. Οι οικείες ΔΟΥ είναι υποχρεωμένες να παρέχουν στην επιτροπή κάθε σχετικό στοιχείο και να τη διευκολύνουν στο έργο της όταν τους ζητείται.
δ. Στα μέλη της επιτροπής και το γραμματέα της, καταβάλλεται αμοιβή σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, η οποία επιβαρύνει τον προυπολογισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων.
2.α Μετά την επιστροφή των στοιχείων προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία αυτή εκδίδει πράξεις επιβολής της εισφοράς σε χρήμα για κάθε κύριο ακινήτου που εμπιπτει στην περιοχή ένταξης ή επέκταση, όπως φαίνεται στον πίνακα της πράξης εφαρμογής.
β. Η πράξη επιβολής περιλαμβάνει αναλυτικά εκτός από τα στοιχεία του υπόχρεου ιδιοκτήτη και όλα τα απαραίτητα στοιχεία για τον υπολογισμό της εισφοράς σε χρήμα σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ.3 και παρ.4 εδαφ.πρώτο του Αρθ-46.
γ. Αν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής και των διατάξεων της παρ.7 του Αρθ-45, οι σχετικές υποχρεώσεις του ιδιοκτήτη περιλαμβάνονται στην ίδια πράξη ή εκδίδεται, εκτός από την παραπάνω, και δεύτερη αυτοτελής πράξη με εφαρμογή, κατά τα λοιπά, των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου.
δ. Στις περιπτώσεις εφαρμογής των διατάξεων της παρ.6 του Αρθ-46 στην πράξη επιβολής της εισφοράς σε χρήμα αναφέρεται το υπόλοιπο της εισφοράς σε χρήμα που δεν μετατρέπεται σε γη.
ε. Κάθε πράξη συνοδεύεται από απόσπασμα έκθεσης εκτίμησης ή και από οποιαδήποτε άλλα στοιχεία βάσει των οποίων προσδιορίζεται η αξία του ακίνητου και επιδίδεται στον υπόχρεο κατά τις διατάξεις των Αρθ-56 και επόμενα του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας.
στ. Αν ο κύριος του ακινήτου είναι άγνωστος η σχετική πράξη επιβολής εισφοράς και τα στοιχεία που τη συνοδεύουν κοινοποιούνται στον οικείο δήμο ή κοινότητα για τη διενέργεια περαιτέρω έρευνας εξακρίβωσής αυτού. 'Οταν εξακριβωθεί ο κύριος του ακινήτου εκδίδεται νέα πράξη επιβολής εισφοράς.
3.α Σε περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά πράξης επιβολής εισφοράς σε χρήμα σύμφωνα με τις διατάξεις του ΠΔ-59/80, βεβαιώνεται στην αρμόδια ΔΟΥ αμέσως ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της εισφοράς που ορίζεται σε 2 ισόποσες μηνιαίες δόσεις που δεν μπορεί να είναι μικρότερες από 20000 δραχμές.
β. Αν η προθεσμία για άσκηση της προσφυγής παρέλθει άπρακτη το ποσό της εισφοράς γίνεται οριστικό και βεβαιώνεται ολόκληρο στο κατά την προηγούμενη παράγραφο αρμόδιο δημόσιο ταμείο.
γ. Με βάση την τελεσίδικη επί της προσφυγής απόφασης βεβαιώνεται στο αρμόδιο δημόσιο ταμείο, το ποσό της εισφοράς στο οποίο συμψηφίζεται το ποσοστό 20% και το τυχόν επιπλέον ποσό αυτού εκπίπτει ή επιστρέφεται κατά περίπτωση.
4.α Οι εισφορές σε χρήμα ή το μετά την προείσπραξη του 20% μέρος του καταβάλλονται:
αα. Μέχρι του ποσού των 100000 δρχ σε 12 ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέσα στον επόμενο από τη βεβαίωση μήνα. Κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 5000 δραχμές.
ββ. Από ποσό 100001 μέχρι το ποσό 300000 δρχ σε 12 ισόποσες άτοκες τριμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέσα στον επόμενο μήνα από τη βεβαίωση στο αρμόδιο δημόσιο ταμείο. Η καταβολή τους αρχίζει στη διάρκεια του τριμήνου που βεβαιώθηκε. Κάθε δόση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 10000 δραχμές.
γγ. Από ποσό 300001 δρχ σε 12 ισόποσες άτοκες εξαμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι 30 Ιουνίου, η δεύτερη μέχρι 31 Δεκεμβρίου κλπ. Αν ο οφειλέτης καταβάλλει ολόκληρο το ποσό της εισφοράς μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, ανάλογα με την περίπτωση, εκπίπτεται από το δημόσιο ταμείο ποσοστό 20%.
β. Αν το σύνολο της εισφοράς που βεβαιώθηκε υπερβαίνει το ποσό των 500000 δρχ όχι όμως και το ποσό του 1000000 δρχ, για την καταβολή σε δόσεις χρειάζεται προσωπική εγγύηση, αξιόχρεου κατά την κρίση του αρμόδιου δημόσιου ταμείου προσώπου και αν υπερβαίνει το ποσό του 1000000 δρχ απαιτείται εμπράγματη ασφάλεια ή εγγυητική επιστολή Τράπεζας. Η εμπράγματη ασφάλεια συνίσταται σε παροχή υποθήκης επί του ακινήτου του υπόχρεου το οποίο υπόκειται σε εισφορά ή άλλου ακινήτου του ιδίου ή τρίτου προσώπου. Η αγοραία αξία των ακινήτων στα οποία εγγράφεται υποθήκη, πρέπει να είναι μεγαλύτερη κατά ποσοστό 25% τουλάχιστον από το σύνολο των πληρωτέων δόσεων.
γ. Αν η ασφάλεια δεν παρασχεθεί μέσα σε ένα τρίμηνο από τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της πρώτης εξαμηνιαίας δόσης, το σύνολο του ποσού που βεβαιώθηκε καταβάλλεται εφάπαξ από τον υπόχρεο, ειδοποιείται δε για το λόγο αυτό με συστημένη επιστολή, από το διευθυντή του δημοσίου ταμείου. Στην περίπτωση αυτή ο υπόχρεος μπορεί να καταβάλλει την εισφορά σε εξαμηνιαίες δόσεις, με αίτησή του προς το ταμείο, που υποβάλλεται μέσα σε 45 ημέρες από την ειδοποίησή του, με την προϋπόθεση όμως της πληρωμής του μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης ληξιπρόθεσμου ποσού με τις νόμιμες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και την παροχή της ασφάλειας. Στην περίπτωση που παρέλθει άπρακτη και η προθεσμία αυτή χάνεται αμετάκλητα το δικαίωμα καταβολής της εισφοράς σε δόσεις και καθίσταται εφάπαξ απαιτητή και ληξιπρόθεσμη σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 του Αρθ-5 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).
5.α Σε περίπτωση εφαρμογής της παρ.6 του Αρθ-46 το τμήμα επιφανείας της γης της ιδιοκτησίας που προσφέρεται αντί για εισφορά σε χρήμα, υπολογίζεται ίσο με τα τετραγωνικά μέτρα που προκύπτουν από την εφαρμογή των ποσοστών επί της ιδιοκτησίας, σύμφωνα με τις διακρίσεις του Αρθ-46 βάσει των οποίων επιβάλλεται η εισφορά σε χρήμα. Το τμήμα γης που αντιστοιχεί στην εισφορά σε χρήμα είναι δυνατό να περιλαμβάνεται χωριστά στον πίνακα της πράξης εφαρμογής ή να συμψηφίζεται με τις υπόλοιπες υποχρεώσεις.
β. Αν μετά από σχετικό προσδιορισμό της αξίας προκύψει λόγω διαφορετικής τιμής μονάδας των διάφορων οικοπέδων του βαρυνόμενου ιδιοκτήτη, διαφορά μεταξύ της οφειλόμενης εισφοράς σε χρήμα και της αξίας της γης με την οποία ανταλλάχτηκε, τότε η επιπλέον διαφορά οφείλεται σε χρήμα από τον υπόχρεο ιδιοκτήτη ανώ το τυχόν επιπλέον καταβληθέν ποσόν επιστρέφεται σ'αυτόν με τετραπλότυπο ατομικό φύλλο έκπτωσης που συντάσσεται από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις του Αρθ-78 ΠΔ-757/69.
 
>>>   >>>>
©opyright ΔΟΜΙΚΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ 1999 - 2002