Επιστροφή Αρχική > Κώδικας
βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Δ > Αρθρον-116 |
(Αρθ-1 Ν-2242/94) |
ΟΡΙΣΜΟΣ, ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΣΧΕΔΙΟ
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ |
1. Για την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου,
ως περιοχή δεύτερης κατοικίας χαρακτηρίζεται περιοχή που βρίσκεται
μέσα σε Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) και χρησιμοποιείται για
την παραμονή ατόμων πλέον του εικοσιτετραώρου για διακοπές ή
αναψυχή.
2. Η πολεοδόμηση των περιοχών δεύτερης κατοικίας πραγματοποιείται
υπό τις εξής προϋποθέσεις:
α) να μην αντίκειται στους όρους προστασίας του φυσικού και
πολιτιστικού περιβάλλοντος, τους όρους προστασίας των αρχαιοτήτων
και μνημείων, αρχαιολογικών χώρων ή ιστορικών τόπων, παραδοσιακών
οικισμών και στοιχείων, τους όρους προστασίας των δασών και
των δασικών εκτάσεων και τους όρους προστασίας των ευαίσθητων
και προστατευόμενων περιοχών.
β) να υφίστανται κατευθύνσεις χωροταξικής οργάνωσης τουλάχιστον
σε επίπεδο νομού και η πολεοδόμηση να είναι εναρμονισμένη με
αυτές σε ό,τι αφορά τα συστήματα επικοινωνίας και ενέργειας,
τις χρήσεις γης και τους αναπτυξιακούς στόχους, ιδίως δε με
την ανάγκη διαφύλαξης της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας
και της ισορροπίας των χρήσεων των ακτών, καθώς επίσης και της
μορφολογίας και της αισθητικής τους.
γ) να μην υπερβαίνει τα ανώτατα όρια ανάπτυξης (όρια κορεσμού)
των περιοχών να μην αλλοιώνει τη φυσιογνωμία τους ούτε να υποβαθμίζει
την ποιότητα ζωής. Προκειμένου για παραλιακούς οικισμούς, ενδείκνυται
η κατά κόμβους ανάπτυξή τους.
3. Για την πολεοδόμηση των περιοχών δεύτερης κατοικίας απαιτούνται:
α) η εκπόνηση και έγκριση Σχεδίου Ανάπτυξης Περιοχών δεύτερης
κατοικίας (ΣΧΑΠ) για τον καθορισμό των επιθυμητών προγραμματικών
μεγεθών ανάπτυξης της κάθε περιοχής, μέσα στα πλαίσια των κατευθύνσεων
χωροταξικής οργάνωσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη
παράγραφο.
β) η εκπόνηση και έγκριση της οικείας πολεοδομικής μελέτης για
την εξειδίκευση των γενικών αρχών και ρυθμίσεων του ΣΧΑΠ και
για τον καθορισμό των κοινόχρηστων, κοινωφελών και δομήσιμων
χώρων, καθώς και των κατάλληλων για τον προορισμό του οικισμού
όρων και περιορισμών δόμησης.
4. Το ΣΧΑΠ ορίζει, ιδίως, το επιθυμητό μέγεθος των προς πολεοδόμηση
περιοχών, την οριοθέτηση των περιοχών αυτών και τον τρόπο ανάπτυξής
τους (με κανονιστικούς όρους, ΖΕΠ, ΖΑΑ, συνεταιριστική δόμηση,
κλπ). Ο προσδιορισμός των ανωτέρω γίνεται ύστερα από ειδική
και τεκμηριωμένη μελέτη, υπό τους όρους του άρθρου αυτού και
με βάση τον οικιστικό ιστό του νομού, τις προοπτικές της δημογραφικής
εξέλιξης και τη γενικότερη ανάπτυξή του, τη διάταξη των λοιπών,
παραγωγικών και μη, δραστηριοτήτων στον ευρύτερο χώρο, τις περιβαλλοντικές
και εδαφομορφολογικές συνθήκες του, τα συστήματα επικοινωνίας,
την ισορροπία των χρήσεων γης και ιδίως τα ανώτατα όρια ανάπτυξης
(όρια κορεσμού) των περιοχών, χωρίς αλλοίωση της φυσιογνωμίας
ή υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Το ΣΧΑΠ καλύπτει τουλάχιστον
την περιφέρεια του ΟΤΑ στον οποίο βρίσκεται η περιοχή δεύτερης
κατοικίας και των ΟΤΑ που βρίσκονται σε λειτουργική εξάρτηση
με αυτόν.
5. Η προϋπαρξη οικοδομών στην υπό πολεοδόμηση περιοχή δεύτερης
κατοικίας δεν αποτελεί λόγο απόκλισης από την ορθή αναλογία
οικοδομημένων, ελεύθερων και κοινόχρηστων χώρων ή από τους προσήκοντες
στον προορισμό του οικισμού όρους και περιορισμούς δόμησης.
6. Στην περίπτωση που μέσα στην ΖΟΕ καθορίζονται περιοχές δεύτερης
κατοικίας, στη σχετική μελέτη περιλαμβάνεται και η ειδική μελέτη
του εδαφ.β της παρ.4. Το ΣΧΑΠ εγκρίνεται ταυτόχρονα και με τη
διαδικασία έγκρισης της ΖΟΕ. Για περιοχές δεύτερης κατοικίας
μέσα σε εγκεκριμένες ΖΟΕ κατά την 3-10-94 (ημερομηνία δημοσίευσης
του Ν-2242/94), το ΣΧΑΠ εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, μετά από γνώμη του ΚΣΧΟΠ. Στην
περίπτωση αυτή, η σύνταξη του ΣΧΑΠ γίνεται με πρωτοβουλία του
οικείου δήμου ή κοινότητας ή περισσότερων δήμων ή κοινοτήτων
από κοινού ή του αρμόδιου νομάρχη ή του Υπουργείου Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων, μετά από ενημέρωση του δήμου
ή της κοινότητας.
7. Στις περιοχές των ρυθμιστικών σχεδίων των ευρύτερων περιοχών
Αττικής και Θεσσαλονίκης δεν απαιτείται η σύνταξη ΣΧΑΠ.
Στις περιοχές αυτές οι πολεοδομικές μελέτες καταρτίζονται με
βάση τις αρχές και κατευθύνσεις των ρυθμιστικών σχεδίων. Προς
τούτο λαμβάνεται υπόψη κυρίως η ανάγκη ανάσχεσης της εξάπλωσης
της οικιστικής χρήσης και η εξυγίανση των βεβαρυμένων περιοχών.
8. Με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων
'Εργων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται
οι προδιαγραφές εκπόνησης του ΣΧΑΠ και οι ειδικές προδιαγραφές
εκπόνησης της πολεοδομικής μελέτης των περιοχών δεύτερης κατοικίας.
|
|
|
Κώδικας
βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Δ > Αρθρον-117 |
(Αρθ-4 πλην παρ.1 ΠΔ-16/30-8-85) |
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ |
1. Η κίνηση της διαδικασίας σύνταξης της
πολεοδομικής μελέτης γίνεται από τον οικείο δήμο ή κοινότητα
ή από τους ενδιαφερόμενους δήμους ή κοινότητες από κοινού. Η
διαδικασία μπορεί επίσης να κινηθεί και από το Υπουργείο Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων μετά από σχετική ενημέρωση του
δήμου ή της κοινότητας.
2. Η μελέτη εναρμονίζεται με τις κατευθύνσεις του ΓΠΣ του οικισμού
που βρίσκεται σε λειτουργική εξάρτηση με τις υπό μελέτη περιοχές,
εφόσον υπάρχει, και του ΣΧΑΠ και εξειδικεύει τις προτάσεις και
τα σχετικά προγράμματά τους.
3. Η πολεοδόμηση γίνεται κατά ενότητες και κατά τα οριζόμενα
στην παρ.5 του παρόντος άρθρου.
4. Η πολεοδομική μελέτη εκπονείται βάσει οριζοντιογραφικού,
και υψομετρικού και κτηματογραφικού διαγράμματος και περιλαμβάνει
τους απαραίτητους χάρτες, διαγράμματα και κείμενα, ώστε να περιέχει
όλα τα απαιτούμενα κατά τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου
στοιχεία και ειδικότερα:
α) την οριστικοποίηση των ορίων των προς πολεοδόμηση ζωνών της
ΖΟΕ και τα όρια της κάθε ενότητας.
β) την κατανομή των πληθυσμιακών μεγεθών του ΣΧΑΠ κατά ενότητα
ή στην περίπτωση της παρ.7 του Αρθ-116, την πρόβλεψη των πληθυσμιακών
μεγεθών. Επίσης περιλαμβάνει τη γενική πρόταση πολεοδομικής
οργάνωσης των ενοτήτων, την εκτίμηση των αναγκών γης σε κοινόχρηστους
και κοινωφελείς χώρους κατά ενότητα βάσει της χωρητικότητας
της ενότητας σε κατοίκους και την επιλογή των τρόπων ανάπτυξης
ή αναμόρφωσης με τον καθορισμό των αντίστοιχων ζωνών και την
εκτίμηση των αναμενόμενων επιπτώσεων στην ευρύτερη περιοχή και
το φυσικό περιβάλλον.
γ) τις χρήσεις γης και τους σχετικούς περιορισμούς, απαγορεύσεις
ή υποχρεώσεις.
δ) τα διαγράμματα δικτύων υποδομής
ε) τους αναγκαίους κοινόχρηστους και κοινωφελείς χώρους
στ) τους οικοδομήσιμους χώρους
ζ) τους όρους και περιορισμούς δόμησης
η) τυχόν όρους που αφορούν στα δομικά υλικά, τον τρόπο κατασκευής
και την αισθητική εμφάνιση των κτιρίων, τον τρόπο διαμόρφωσης,
χρήσης και σύνδεσης των ακάλυπτων χώρων με τους κοινόχρηστους
χώρους της περιοχής.
θ) την κατά προσέγγιση έκταση γης που προκύπτει από τις εισφορές
κατά τα οριζόμενα στο Αρθ-119 υπολογισμένη με τις ενδείξεις
του κτηματογραφικού διαγράμματος, τις εισφορές σε χρήμα, τη
σύγκριση των παραπάνω με το κόστος αναγκών σε γη και έργα ανάπτυξης
της ενότητας και την πρόταση κατανομής τους κατά ενότητα ή περιοχή.
ι) την ιεράρχηση εφαρμογής κατά φάσεις, προτεραιότητες εκτέλεσης
έργων καθώς και τους φορείς και τους τρόπους παρέμβασης.
ια) κάθε άλλη ρύθμιση επιβαλλόμενη από πολεοδομικούς και περιβαλλοντικούς
λόγους.
5. Ο καθορισμός του μεγέθους και των ορίων των ενοτήτων γίνεται
έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η πλέον ενδεδειγμένη οργάνωση των
περιοχών δεύτερης κατοικίας με την πρόβλεψη των απαραίτητων
εξυπηρετήσεων των κατοίκων τους και απόκτηση γης για κοινόχρηστους
και κοινωφελείς χώρους.
6. Στις περιοχές δεύτερης κατοικίας που περιλαμβάνονται δομημένα
τμήματα, καθώς και αδόμητες περιοχές άμεσα συνδεδεμένες με αυτά
και έχουν ποσοστό κτιρίων με κύρια χρήση δεύτερης κατοικίας
μεγαλύτερο του εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των κτιρίων,
μπορεί με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και
Δημοσίων 'Εργων, στην περίπτωση που δεν υπάρχει κτηματογραφικό
διάγραμμα, η πολεοδομική μελέτη να συντάσσεται βάσει απλού οριζοντιογραφικού
διαγράμματος. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν έχουν εφαρμογή
σε περιοχές που προτείνεται ως τρόπος ανάπτυξης της περιοχής
ΖΕΠ ή ΖΑΑ κατά το Αρθ-121.
7. Η πολεοδομική μελέτη αποτελείται από:
α) το πολεοδομικό σχέδιο που συντάσσεται με βάση τοπογραφικό
(οριζοντιογραφικό και υψομετρικό) και κτηματογραφικό διάγραμμα.
β) τον πολεοδομικό κανονισμό.
γ) έκθεση που περιγράφει και αιτιολογεί τις προτεινόμενες από
τη μελέτη ρυθμίσεις.
8. Ο συντελεστής δόμησης για τις περιοχές δεύτερης κατοικίας
δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος από 0,4 και ο αριθμός των ορόφων
των κτιρίων μεγαλύτερος από δύο (2). Για την κατασκευή κτισμάτων
κοινής ωφελείας ο συντελεστής δόμησης μπορεί να είναι μεγαλύτερος
του 0,4 όχι όμως και του 0,8. |
|
|
Κώδικας
βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Δ > Αρθρον-118 |
(Αρθ-5 παρ.1, παρ.2 και παρ.3
ΠΔ-16/30-8-85, Αρθ-2 παρ.3 Ν-2242/94) |
ΕΓΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ
ΜΕΛΕΤΗΣ |
1. Η πολεοδομική μελέτη εγκρίνεται όπως ορίζεται
από την παρ.1 του Αρθ-44.
2. Η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης έχει τις συνέπειες έγκρισης
σχεδίου πόλης κατά τις διατάξεις του ΝΔ/17-7/16-8-23.
Για την εισφορά σε γη και την εισφορά σε χρήμα εφαρμόζονται
οι διατάξεις των Αρθ-119 και Αρθ-120. Για τις περιπτώσεις ΖΑΑ
και ΖΕΠ εφαρμόζονται επίσης αντίστοιχα και οι διατάξεις του
Αρθ-121.
3. Η πολεοδομική μελέτη είναι δυνατόν να αναφέρεται στο σύνολο
της περιοχής μελέτης ή και σε τμήμα της, το οποίο πάντως πρέπει
να αποτελεί ενότητα κατά τα οριζόμενα στις παρ.3 και παρ.5 του
προηγούμενου άρθρου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όταν προβλέπονται
υπερβολικές καθυστερήσεις για τη σύνταξη του κτηματογραφικού
διαγράμματος ολόκληρης της ενότητας, κατά την κρίση της αρμόδιας
υπηρεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων
'Εργων, είναι δυνατόν να γίνει η έγκριση της πολεοδομικής μελέτης
σε τμήμα ενότητας. Στην περίπτωση αυτή επιβάλλεται η σύνταξη
πολεοδομικής προμελέτης σε ολόκληρη τη συγκεκριμένη ενότητα.
Η πολεοδομική προμελέτη εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων. |
|
|
Κώδικας
βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Δ > Αρθρον-119 |
(Αρθ-6 ΠΔ-16/30-8-85, Αρθ-2 παρ.5
έως παρ.9 Ν-2242/94) |
ΕΙΣΦΟΡΑ ΣΕ ΓΗ |
1. Οι ιδιοκτησίες που εντάσσονται στο πολεοδομικό
σχέδιο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου υποχρεούνται
να συμμετάσχουν με εισφορά σε γη στη δημιουργία των απαραίτητων
χωρών και γενικά στην ικανοποίηση κοινωφελών χρήσεων και σκοπών
κατά τις επόμενες διατάξεις.
2. Η εισφορά σε γη κατά την προηγούμενη παράγραφο αποτελείται
από ποσοστό επιφάνειας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή
της και ειδικότερα πριν από τη 10-3-82 το οποίο υπολογίζεται
κατά τον ακόλουθο τρόπο:
α) για τμήμα ιδιοκτησίας μέχρι 250 τετραγωνικών μέτρων ποσοστό
5%.
β) για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 250 τετραγωνικά μέτρα μέχρι
500 τετραγωνικά μέτρα, ποσοστό 10%.
γ) για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 500 τετραγωνικά μέτρα μέχρι
1000 τετραγωνικά μέτρα, ποσοστό 15%.
δ) για τμήμα ιδιοκτησίας πάνω από 1000 τετραγωνικά μέτρα μέχρι
4000 τετραγωνικά μέτρα, ποσοστό 30%.
ε) με την επιφύλαξη της περιπτ.στ για τμήμα ιδιοκτησία πάνω
από 4000 τετραγωνικά μέτρα, ποσοστό 50%.
στ) για αυτοτελείς ιδιοκτησίες μεγαλύτερες των 10000 τετραγωνικών
μέτρων για το τμήμα τους πάνω από 10000 τετραγωνικά μέτρα ποσοστό
60%. Τα παραπάνω εφαρμόζονται και σε ιδιοκτησίες εξ αδιαιρέτου
κατά το ποσοστό συνιδιοκτησίας που αντιστοιχεί σε έκταση γης
μεγαλύτερη από 10000 τετραγωνικά μέτρα.
3. Ως εμβαδά ιδιοκτησιών για τον υπολογισμό της συμμετοχής σε
γη λαμβάνονται τα εμβαδά που είχαν οι ιδιοκτησίες την 10-3-82.
Για την εφαρμογή των παραπάνω εισφορών ως ιδιοκτησία νοείται
το άθροισμα των ιδιοκτησιών γης ενός και του αυτού ιδιοκτήτη
που περιλαμβάνεται στα όρια της προς ένταξη περιοχής, η οποία
δεν μπορεί να είναι μικρότερη της ενότητας, όπως αυτή ορίζεται
στην παρ.3 του Αρθ-117. Σε περίπτωση εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτησίας
τα ποσοστά εισφοράς γης εφαρμόζονται στο εμβαδόν που αντιστοιχεί
στο ιδανικό μερίδιο κάθε συνιδιοκτήτη όπως έχει διαμορφωθεί
μέχρι τη 10-3-82.
4. Η εισφορά σε γη πραγματοποιείται με την πράξη εφαρμογής του
Αρθ-48 εκτός αν πρόκειται για αστικό αναδασμό ή ενεργό πολεοδομία,
οπότε πραγματοποιείται όπως ορίζεται από τις διατάξεις των περιπτ.α
και περιπτ.β της παρ.10 του Αρθ-52. Ως προς τα ποσοστά της εισφοράς
σε γη στις περιπτώσεις ΖΑΑ εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στην
παρ.2 του παρόντος άρθρου.
Κατεξαίρεση για τις περιπτώσεις προγραμμάτων ενεργού πολεοδομίας
η εισφορά σε γη ορίζεται σε ποσοστό 40%.
5. Σε περίπτωση που η συμμετοχή σε γη πρέπει να ληφθεί από μη
ρυμοτομούμενο τμήμα ιδιοκτησίας, αλλά κατά την κρίση της αρμόδιας
πολεοδομικής αρχής το τμήμα γης που πρόκειται να αποτελέσει
αντικείμενο εισφοράς δεν είναι αξιοποιήσιμο πολεοδομικά ή η
αφαίρεσή του είναι φανερά επιζήμια για την ιδιοκτησία μπορεί
να μετατρέπεται σε ισάξια χρηματική συμμετοχή που διατίθεται
αποκλειστικά για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων και κοινωφελών
χρήσεων και σκοπών. Για την πραγματοποίηση της μετατροπής εφαρμόζονται
ανάλογα οι διατάξεις του επόμενου Αρθ-120.
6. Τα εδαφικά τμήματα που προέρχονται από εισφορά σε γη διατίθενται
κατά σειρά προτεραιότητας:
α) για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων μέσα στην ίδια ενότητα.
β) για την παραχώρηση οικοπέδων, σε ιδιοκτήτες της ίδιας ενότητας
των οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ποσοστό
μεγαλύτερο από το καθοριζόμενο στην παρ.2 του άρθρου αυτού και
εφόσον δεν είναι δυνατή η τακτοποίηση τους, σύμφωνα με τους
κατά το Αρθ-48 τρόπους.
γ) για κοινωφελείς χώρους και σκοπούς μέσα στην ίδια ενότητα.
δ) για τη δημιουργία χώρων κοινοχρήστων και κοινωφελών χρήσεων
και σκοπών για τις γενικότερες ανάγκες της περιοχής.
ε) για παραχώρηση οικοπέδων σε ιδιοκτήτες άλλων πολεοδομικών
ενοτήτων δεύτερης κατοικίας του ίδιου δήμου ή κοινότητας των
οποίων τα οικόπεδα ρυμοτομούνται εξ ολοκλήρου, σύμφωνα με το
εγκεκριμένο σχέδιο, για τη δημιουργία κοινόχρηστων ή κοινωφελών
χώρων ή κατά ποσοστό περισσότερο από την προκύπτουσα, σύμφωνα
με τις κείμενες διατάξεις, υποχρέωσή τους.
Τα παραπάνω εφαρμόζονται και για ρυμοτομούμενα οικόπεδα εντός
σχεδίου που έχει εγκριθεί κατά τη διαδικασία του ΝΔ/17-7/16-8-23
του ίδιου δήμου ή κοινότητας εφόσον το επιθυμούν οι ιδιοκτήτες
τους.
7. Οι ιδιοκτησίες που ανήκουν στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ ή σε κρατικά
νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου κατά το μέρος που
από την πολεοδομική μελέτη προορίζονται για τη δημιουργία κοινωφελών
χώρων της αρμοδιότητας του δημόσιου φορέα στον οποίο ανήκουν
ή διατίθενται για τους ίδιους σκοπούς με ανταλλαγή, παραχώρηση
ή άλλο τρόπο μεταξύ των αντίστοιχων φορέων, θεωρούνται αυτοδίκαια
εισφερόμενες για το σκοπό που προορίζονται και δεν υπόκεινται
κατά το μέρος αυτό σε άλλη εισφορά γης.
8. Οι με οποιοδήποτε τρόπο σχηματισμένοι μέσα στην πολεοδομούμενη
περιοχή κοινόχρηστοι χώροι θεωρούνται ως νόμιμα υπάρχοντες και
δεν λαμβάνονται υπόψη υπέρ των ιδιοκτητών για τον υπολογισμό
της εισφοράς σε γη.
9. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του Αρθ-45.
|
|
|
Κώδικας
βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Δ > Αρθρον-120 |
(Αρθ-7 ΠΔ-16/30-8-85, Αρθ-2 παρ.10
Ν-2242/94) |
ΕΙΣΦΟΡΑ ΣΕ ΧΡΗΜΑ |
1. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων που περιλαμβάνονται
σε πολεοδομούμενες περιοχές δεύτερης κατοικίας και διατηρούνται
ή διαμορφώνονται σε νέα ακίνητα συμμετέχουν με καταβολή χρηματικής
εισφοράς στην αντιμετώπιση της δαπάνης για την κατασκευή των
βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων.
Η εισφορά σε χρήμα υπολογίζεται κατά τον ακόλουθο τρόπο:
α) για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού μέχρι 250 τετραγωνικά μέτρα
ποσοστό 1% της αξίας των ακινήτων.
β) για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού πάνω από 250 τετραγωνικά μέτρα
μέχρι 500 τετραγωνικά μέτρα ποσοστό 5% της αξίας των ακινήτων.
γ) για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού πάνω από 500 τετραγωνικά μέτρα
μέχρι 1000 τετραγωνικά μέτρα ποσοστό 10% της αξίας των ακινήτων.
δ) για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού πάνω από 1000 τετραγωνικά μέτρα
μέχρι 4000 τετραγωνικά μέτρα ποσοστό 15% της αξίας των ακινήτων.
ε) για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού πάνω από 4000 τετραγωνικά μέτρα
μέχρι 10000 τετραγωνικά μέτρα ποσοστό 20% της αξίας των ακινήτων.
στ) για τμήμα ιδιοκτησίας εμβαδού πάνω από 10000 τετραγωνικά
μέτρα, ποσοστό 25% της αξίας των ακινήτων.
2. Για την εισφορά σε χρήμα εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις
της παρ.3 του προηγούμενου άρθρου.
3. Για την πολεοδόμηση περιοχών δεύτερης κατοικίας εταιρειών
μικτής οικονομίας, επιχειρήσεων ΟΤΑ, ή άλλων φορέων του δημόσιου
τομέα, τη χρηματοδότηση των έργων υποδομής αναλαμβάνουν εξ ολοκλήρου
οι αντίστοιχες εταιρείες ή επιχειρήσεις.
4. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παρ.4, παρ.5 και παρ.6
του Αρθ-46.
5. Σε περιοχές που εντάσσονται στο σχέδιο και όπου ίσχυε παλαιότερα
εγκεκριμένο σχέδιο πόλης που ακυρώθηκε για τυπικούς λόγους,
η εισφορά σε γη της κάθε ιδιοκτησίας υπολογίζεται σύμφωνα με
το προηγούμενο άρθρο. Στη συνέχεια υπολογίζεται το συνολικό
εμβαδόν των διαμορφωμένων κοινόχρηστων χώρων της περιοχής και
αφαιρείται από το συνολικό εμβαδόν των εισφορών της περιοχής.
Η τυχόν επιπλέον διαφορά επιμερίζεται ανάλογα με την εισφορά
σε γη της κάθε ιδιοκτησίας που υπολογίζεται σύμφωνα με τα παραπάνω
και τα εμβαδά που επιμερισμού οφείλονται ως εισφορά της αντίστοιχης
ιδιοκτησίας. Στις περιπτώσεις αυτές δεν οφείλεται εισφορά σε
χρήμα. |
|
|
Κώδικας
βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Δ > Αρθρον-121 |
(Αρθ-8 ΠΔ-16/30-8-85, Αρθ-2 παρ.11
Ν-2242/94) |
ΖΩΝΕΣ ΕΝΕΡΓΟΥ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΟΥ ΑΝΑΔΑΣΜΟΥ ΖΩΝΕΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΚΑΙ ΖΩΝΕΣ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΙΝΗΤΡΩΝ |
Για τις ΖΕΠ και ΖΑΑ ισχύουν τα αναφερόμενα
στα Αρθ-52 και Αρθ-63 εκτός από το ύψος της εισφοράς σε γη και
χρήμα για το οποίο εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στα Αρθ-119 και
Αρθ-120 αντίστοιχα. Στις περιοχές που πολεοδομούνται με τις
παρούσες διατάξεις μπορούν να εφαρμόζονται οι Ζώνες Ειδικής
Ενίσχυσης (ΖΕΕ) και οι Ζώνες Ειδικών Κινήτρων (ΖΕΚ) σύμφωνα
με τα αναφερόμενα στα Αρθ-221 και Αρθ-222. |
|
|
Κώδικας
βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Δ > Αρθρον-122 |
(Αρθ-9 ΠΔ-16/30-8-85, Αρθ-2 παρ.12
Ν-2242/94) |
ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ |
1. Για την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης
εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του Αρθ-48.
2. Στις περιοχές του Αρθ-117 παρ.6, εφόσον με την έγκριση της
πολεοδομικής μελέτης η ρυμοτομική γραμμή συμπίπτει με το όριο
των διαμορφωμένων κοινόχρηστων χώρων, μπορεί στις ιδιοκτησίες
που έχουν πρόσωπο στους χώρους αυτούς η οικοδομική άδεια να
χορηγείται πριν κυρωθεί η πράξη εφαρμογής. Επίσης άδεια μπορεί
να χορηγείται πριν κυρωθεί η πράξη εφαρμογής σε περιπτώσεις
διαπλάτυνσης υφισταμένων δρόμων και σε οποιαδήποτε περίπτωση
που κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας μπορεί
να καθορισθεί η ρυμοτομική γραμμή και εφόσον η πολεοδομική μελέτη
προβλέπει στη θέση αυτή προκήπιο.
3. 'Οταν κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας
η εισφορά της ιδιοκτησίας σε γη δεν είναι αξιοποιήσιμη και μετατρέπεται
εξ ολοκλήρου σε χρήμα, τότε προϋπόθεση για την έκδοση της άδειας
πριν από την κύρωση της πράξης εφαρμογής είναι η προκαταβολή
από τον ιδιοκτήτη για υποχρεώσεις του σε γη και χρήμα σύμφωνα
με τα Αρθ-119 και Αρθ-120 αντίστοιχα, ποσού ίσου προς το 10%
των υποχρεώσεών του, όπως υπολογίζονται βάσει υπεύθυνης δήλωσης
του ίδιου για το εμβαδόν και την αξία του ακινήτου του.
'Οταν τμήμα της ιδιοκτησίας διατίθεται για οποιονδήποτε από
τους σκοπούς της παρ.6 του Αρθ-119, τότε για την έκδοση της
οικοδομικής άδειας ο ιδιοκτήτης πρέπει να προκαταβάλλει με βάση
την υπεύθυνη δήλωση του προηγούμενου εδαφίου το 20% των υποχρεώσεών
του για την εισφορά σε χρήμα. Η προϋπόθεση αυτή δεν ισχύει αν
το ρυμοτομούμενο ή με οποιονδήποτε τρόπο παραχωρούμενο τμήμα
είναι μεγαλύτερο της εισφοράς σε γη που αναλογεί στην ιδιοκτησία.
4. Η έκδοση της οικοδομικής άδειας πριν από την πράξη εφαρμογής
γίνεται με βάση το σχήμα και το εμβαδόν του οικοπέδου που κατά
τον υπολογισμό της πολεοδομικής υπηρεσίας θα προκύψουν από την
εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης και την απόδοση της εισφοράς
της ιδιοκτησίας σε γη.
5. Οι ακριβείς υποχρεώσεις του ιδιοκτήτη σύμφωνα με τα Αρθ-119
και Αρθ-120, προσδιορίζονται με την κύρωση της πράξης εφαρμογής
και από το ποσό που του αναλογίζεται έναντι των εισφορών αφαιρείται
το ποσόν που τυχόν κατέβαλε για την έκδοση της άδειας, το δε
υπόλοιπο καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις των Αρθ-119 και
Αρθ-120.
Τυχόν διαφορά του τελικού εμβαδού του οικοπέδου με αυτό που
υπολογίσθηκε από την πολεοδομική υπηρεσία για την έκδοση οικοδομικής
άδειας πριν από την πράξη εφαρμογής, μπορεί να τακτοποιηθεί
με την καταβολή από τον ιδιοκτήτη στο Δημόσιο ή αντίστροφα της
αντίστοιχης αξίας σε χρήμα. |
|
|
Κώδικας
βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας > Μέρος-ΙΙ > Κεφάλαιο-Δ > Αρθρον-123 |
(Αρθ-2 παρ.13 Ν-2242/94) |
ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ |
Με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση
του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων 'Εργων είναι
δυνατό να ρυθμίζονται και κατά τροποποίηση των διατάξεων των
Αρθ-117 έως και Αρθ-122 τα θέματα που αφορούν το περιεχόμενο
και τη διαδικασία εκπόνησης και έγκρισης των πολεοδομικών μελετών
περιοχών δεύτερης κατοικίας, την εφαρμογή των μελετών αυτών,
τις εισφορές σε γη και σε χρήμα, που επιβάλλονται στους ιδιοκτήτες
των ακινήτων, τα οποία περιλαμβάνονται στις πολεοδομούμενες
περιοχές δεύτερης κατοικίας, και ιδίως το ύψος, το οποίο μπορεί
να είναι μόνο μεγαλύτερο από αυτό που καθορίζεται στο Αρθ-119
και Αρθ-120, τον τρόπο υπολογισμού και τη διαδικασία επιβολής
και πραγματοποίησης των εισφορών αυτών και τη σειρά προτεραιότητας
στη διάθεση των εκτάσεων που προέρχονται από τις εισφορές σε
γη, τον καθορισμό ΖΕΠ, ΖΑΑ, ΖΕΕ και ΖΕΚ στις παραπάνω περιοχές
και τους ειδικότερους περιορισμούς και ρυθμίσεις που επιβάλλονται
στις ζώνες αυτές. |
|
|
|